Απόκριες
Το τελευταίο τριήμερο της αποκριάς πήγαινε ο ένας στο σπίτι του άλλου και ζητούσε συγχώρεση. Την ημέρα της Αποκριάς κάνανε νηστίσιμες πίτες, όπως πίτα αρκάτα και πισπιλίτα (από καλαμποκάλευρο). Το βράδυ μαζευόντουσαν στα σπίτια και κάνανε τη «χάσκα». Δένανε στη ρόκα -που γνέθανε το μαλλί» ένα σχοινί που είχε στην άκρη δεμένο ένα καθαρισμένο αυγό. Ο μεγαλύτερος το κουνούσε τρεις φορές μπροστά απ’ τον καθένα, ο οποίος με τη σειρά του προσπαθούσε να το πιάσει με το στόμα.
Στον κάθε μαχαλά τα παιδιά από νωρίς πήγαιναν και έκοβαν κέδρους (τζιουνιάπινε), κλαδιά από πεύκο (κίνου), κλαδιά από βελανιδιά (άρμπουρε), κλαδιά από κουπάτσιου (σορτσάλια, κλαδιά δίχως φύλλα). Κόβανε ένα πεύκο 4-5μ. ύψος και στη συνέχεια αφού το καθάριζαν από τα κλαδιά, το φύτευαν στη γη.
Τον ντύνανε με τα κλαδιά που είχαν κόψει βάζοντάς τα σταυρωτά το ένα πάνω στο άλλο, σχηματίζοντας την Ποάρκα (Γουρούνα). Τρεις Ποάρκες γινόντουσαν στο χωριό. Στο κάτω μαχαλά γινόταν στη τοποθεσία Γιαννόπλου. Στον μεσαίο γινόταν στη τοποθεσία Άγρογιώργη και στον πάνω μαχαλά στη τοποθεσία Σκουτέρνα (κάτω από το σπίτι του Τσιουρίδη). Στο τέλος τις γιορτής, οι Ποάρκες καίγονταν και το γλέντι συνεχιζόταν στην πλατεία του χωριού.